Ένας λαός, φίλοι μου, που κατοικεί, περπατάει και αναπνέει διαρκώς δίπλα στη θάλασσα, δε θα μπορούσε παρά να είναι άμεσα συνδεδεμένος με αυτή με ποικίλους τρόπους.
Έτσι όλοι οι Έλληνες, ακόμα και εμείς που ήμαστε βουνίσιοι και βλέπουμε τη θάλασσα με το… κιάλι ή κάθε καλοκαίρι στις διακοπές, έχουμε αναπτύξει ένα «θαλασσινό λεξιλόγιο» που έχει μπει στην καθημερινότητά μας.
Και ο αριθμός των θαλασσινών εκφράσεων και παροιμιών είναι πραγματικά εντυπωσιακός. Έκανα μια μικρή έρευνα και δείτε ένα μικρό μόνο δείγμα από όσα… «ψάρεψα»! 🙂
Ο θυμωμένος άνθρωπος «γίνεται βαπόρι». Οι στριμωγμένοι επιβάτες ενός λεωφορείου «στοιβάζονται σαν τις σαρδέλες». Ο πάνοπλος άνδρας είναι «σαν αστακός». Ο ενοχλητικός που δεν λέει να φύγει από δίπλα μας κολλάει «σαν το στρείδι». Τα γένια του αξύριστου τσιμπάνε «σαν αχινοί».
Του εξαπατημένου του «πουλήσαν φύκια για μεταξωτές κορδέλες». Στις δύσκολες στιγμές της ζωής μας «τραβάμε κουπί». Στις δύσκολες στιγμές «ο καλός ο καπετάνιος στην φουρτούνα φαίνεται». Στην πληθωρική γυναίκα λέμε «τι φρεγάτα είσαι εσύ;»
Όποιος φοβάται ή κρυώνει «σπαρταρά σαν το ψάρι». Ενώ όποιος μας παιδεύει «μας ψήνει το ψάρι στα χείλη».
Η ζωή είναι σκληρή και επικρατεί πάντα ο πιο ισχυρός, «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό». Η σαγηνευτική γυναίκα «τυλίγει τους άνδρες στα δίχτυα της». Κάποιοι «ψαρεύουμε σε θολά νερά». Ο τσιγγούνης «έχει καβούρια στην τσέπη».
Για την διεφθαρμένη ηγεσία είναι γνωστό «πως το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι».
Ενώ όταν βαδίζεις αργά «πας σαν τον κάβουρα». Όταν όλα δεν πάνε όπως θέλουμε «ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε». Όταν αποτύγχάνουμε «την κάτσαμε την βάρκα».
Όταν κάτι είναι λίγο και δεν φτάνει «τι είναι ο κάβουρας, τι είναι το ζουμί του». Όταν όλα πάνε καλά «στην ήρεμη θάλασσα όλοι είναι καπεταναίοι».
Ενώ όταν βλέπουμε το φεγγάρι όρθιο λέμε «όρθιο το φεγγάρι ξαπλωτός ο βαρκάρης». Ότι είναι άνευ θεμελίων, το πρόχειρο, είναι σαν το «κάστρο στην άμμο». Και επειδή τα λόγια της θάλασσας δεν τελειώνουν εύκολα λέμε ακόμα: «Το μεγάλο καράβι θέλει και βαθιά νερά». ή «Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες» και τόσα ακόμα που δεν θα μπορούσαν να εξαντληθούν σε ένα άρθρο.
Αφήνω για το τέλος το η πονηρή γυναίκα είναι «σουπιά», όπως κι εκείνος που ξεφεύγει σαν την «σουπιά» ή «θολώνει τα νερά» ή «αμολάει μελάνι» γιατί σήμερα σας έχω συνταγούλα θαλασσινή, νηστίσιμη, πεντανόστιμη: Σουπιές με κοφτό μακαρονάκι!
Υλικά:
- 3 σουπιές κομμένες σε μικρά κομμάτια
- ½ ποτηράκι κρασί κόκκινο
- 1 κρεμμύδι ψιλοκομμένο
- 2 φρέσκα κρεμμυδάκια (προαιρετικά)
- 1 κουτί ντοματάκια ή κονκασέ ή φρέσκια ντομάτα
- 1 δαφνόφυλλο
- Λίγο μπαχάρι
- Μαϊντανό ψιλοκομμένο
- Αλάτι και πιπέρι
- Ελαιόλαδο
- 1 πακέτο κοφτό μακαρονάκι
Εκτέλεση:
Ψιλοκόψτε τις σουπιές, αφού τις καθαρίσετε φυσικά.
Η Κατερίνα που μαγείρεψε για εμάς τις σουπιές, για να γλυτώσει το καθάρισμα (μεταξύ μας κι εγώ), χρησιμοποιεί κατεψυγμένες και το φαγάκι είναι νοστιμότατο.
Βέβαια άλλο το φρέσκο άλλο το κατεψυγμένο, οπότε σκεφτείτε και αποφασίστε.
Σε βαθύ μεγάλο τηγάνι ρίξτε λίγο ελαιόλαδο και μόλις ζεσταθεί τσιγαρίστε το κρεμμύδι, προσθέστε τον μαϊντανό και έπειτα τις σουπιές…
Ανακατέψτε και αφήστε τις αρκετή ώρα μέχρι να βγάλουν όλα τα υγρά τους…
Περιμένετε να εξατμιστούν τα υγρά και σβήστε με το κρασί.
Αφήστε λίγο να εξατμιστεί το αλκοόλ και προσθέστε τη ντομάτα, το φύλλο δάφνης, τα μπαχάρια, το αλάτι και το πιπέρι.
Αν βάλετε φρέσκια ντομάτα, να βάλετε κι ένα κουταλάκι ζάχαρη.
Σκεπάζετε και αφήνετε να σιγοβράσει μέχρι να μαλακώσει η σουπιά.
Στο μεταξύ, βράστε τα μακαρονάκια σε μπόλικο αλατισμένο νερό και σουρώστε τα.
Ρίξτε τα στη σάλτσα και ανακατέψτε τα για να μην κολλήσουν…
Προσθέστε λίγο νερό και αφήστε να πάρουν όλα μαζί μια-δυό βράσεις…
Βγάλτε το τηγάνι από τη φωτιά και σερβίρετε…
Καλή επιτυχία φίλες μου, καλοφάγωτο και «ελαφριά Σαρακοστή» σε όσους αποφάσισαν να πορευτούν το διάστημα μέχρι το Πάσχα με νηστεία και προσευχή…
Σας φιλώ αυγή
Αφήστε μια απάντηση