Η βασιλόπιτα, είναι αναμφισβήτητα η βασίλισσα, η πρωταγωνίστρια του Πρωτοχρονιάτικου τραπεζιού. Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι δεν νοείται χωρίς αυτήν…
Σήμερα όταν ακούμε βασιλόπιτα, το μυαλό μας πηγαίνει, σχεδόν αποκλειστικά στη γλυκιά εκδοχή της, αλλά αυτό δεν ισχύει απαραίτητα. Τη γλυκιά βασιλόπιτα στη Βόρεια Ελλάδα την έφεραν, μαζί με πολλά άλλα νέα πολιτιστικά στοιχεία, οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία.
Παλιά η πρωτοχρονιάτικη βασιλόπιτα, ήταν πίτα με φύλλα που τα άνοιγαν μόνες οι νοικοκυρές και ήταν αλμυρή. Σε αυτήν την πίτα έμπαινε και το «φλουρί», ο «παράς» όπως τον έλεγαν εδώ επάνω στην περιοχή της Μακεδονίας.
Η γέμιση της επίσημης πίτας ήταν διαφορετική από νοικοκυριό σε νοικοκυριό και από τόπο σε τόπο, ανάλογη με το μπερεκέτι του καθενός.
Άλλοτε με πράσο, άλλοτε με κρέας, συνήθως χοντροκομμένο χοιρινό, η μοσχαρίσιο κιμά, κίτρινη κολοκύθα και φυσικά τυρί ή μυζήθρα. Πολλές νοικοκυρές έφτιαχναν τη γέμιση της βασιλόπιτας με ψιλοκομμένη αρμιά, (λάχανο συντηρημένο στην άρμη) και ρύζι.
Στο πατρικό μου, αλλά και σε πολλά σπίτια βλάχων της Δροσοπηγής, και άλλων χωριών της Φλώρινας με ανάλογους πληθυσμούς, επίσημη βασιλόπιτα ήταν η περίφημη «πιτερόνια».
Είναι μια πίτα σχετικά δύσκολη και απαιτεί δεξιοτεχνία. Η νοικοκυρά άνοιγε ένα-ένα δώδεκα λεπτά φύλλα, ένα για κάθε μήνα του χρόνου, τα άπλωνε πάνω στην επιφάνεια της μεγάλης μαντεμένιας σόμπας και τα μισοέψινε.
Αρχικά την έφτιαχνε η γιαγιά και όταν αυτή μας άφησε χρόνους, το έθιμο το συνέχισε η μαμά μου και έτσι έχουμε την τύχη και την ευλογία να κόβουμε και να απολαμβάνουμε το βράδυ της πρωτοχρονιάς την «πιτερόνια» της γιαγιάς Αθηνάς, φτιαγμένη από τη μαμά. «Όσο με κρατάνε ακόμα τα πόδια μου, θα σας τη φτιάχνω! Μετά….».
Το «μετά…», είναι βέλος που έχει στόχο το συναίσθημα το δικό μου και των δύο αδερφών μου. Ανέκαθεν την πιτερόνια την έκοβε ο μπαμπάς.
Πριν την κόψει όμως έπρεπε να προηγηθεί το εξής τελετουργικό: Καθόμασταν γύρω από το τραπέζι, πιάναμε όλοι μαζί το μεγάλο μπακιρένιο ταψί, το σηκώναμε ψηλά και το ανεβοκατεβάζαμε τρεις φορές, λέγοντας μια ευχή στα βλάχικά, η οποία σε ελεύθερη μετάφραση έλεγε πάνω-κάτω τα εξής: «Όσα ο θεός δίνει, είναι ευλογημένα! Ας ευχηθούμε να μας δώσει περισσότερα αύριο, από όσα μας έδωσε σήμερα…».
Μετά τη στριφογύριζε τρεις φορές, τη σταύρωνε και την έκοβε σε μεγάλα τρίγωνα κομμάτια: «Αυτό του Χριστού, αυτό του σπιτιού, αυτό της γιαγιάς…» και συνέχιζε να ονοματίζει κομμάτια ακόμα και για εκείνους που δεν ήταν κοντά μας και ήταν ξενιτεμένοι.
Η αγωνία μας ήταν μεγάλη, μέχρι να εμφανιστεί ο τυχερός, ο «ευλογημένος» της χρονιάς, που στο κομμάτι του είχε σταθεί ο παράς…
Σήμερα ο μπαμπάς δεν είναι μαζί μας, αλλά εμείς συνεχίζουμε το ίδιο τελετουργικό.
Κρατάμε όλοι μαζί το ταψί, το ανεβοκατεβάζουμε τρεις φορές και λέμε την ίδια ευχή που μας είχε μάθει, ακριβώς όπως τότε, που ήταν παρών.
(Δείτε και τη συνταγή για βασιλόπιτα γλυκιά)
Τι θα χρειαστείτε για τη ζύμη:
- 2½ φλυτζάνια τσαγιού νερό βρύσης
- 5 φλυτζάνια τσαγιού αλεύρι για όλες τις χρήσεις (λίγο πάνω, λίγο κάτω)
- 1 κουταλιά σούπας αλάτι
- 300 γραμ. βούτυρο γάλακτος
Για το ράντισμα:
- 1 κουταλιά χοντρό αλάτι διαλυμένο σε 2½ ποτήρια νερό
Για τη γέμιση:
- 750 γραμ. μυζήθρα ή τυρί φέτα τριμμένο
Πώς θα τη φτιάξετε:
Απαραίτητη προϋπόθεση για να φτιάξετε αυτήν την πίτα είναι να διαθέτετε μεγάλη σόμπα με καυσόξυλα.
Στην επιφάνειά της, θα ψήσετε τα φύλλα ένα-ένα.
Πρώτα λιώστε το βούτυρο. Ρίξτε τρεις-τέσσερις κουταλιές στο ταψί και απλώστε να πάει παντού…
Σε μια λεκανίτσα ρίξτε τα 2 ½ φλυτζάνια νερό, το αλάτι και το αλεύρι λίγο-λίγο, κοσκινισμένο.
Ανακατέψτε με τα χέρια σας από το κέντρο κυκλικά για να σας προκύψει μια ζύμη ελαστική που δεν κολλάει. Αν η ζύμη είναι πολύ μαλακιά προσθέστε λίγο-λίγο και άλλο αλεύρι.
Ζυμώστε την καλά πάνω στον πάγκο και χωρίστε τη σε 12 μικρά κομμάτια. Πλάστε τα κομμάτια σε μπαλίτσες.
Αλευρώστε τον πάγκο και τις μπάλες και ανοίξτε κάθε μπαλίτσα σε φύλλο μεγάλο, τόσο όσο το ταψί σας και λίγο περισσότερο.
Το φύλλο δεν είναι απαραίτητο να είναι και πολύ λεπτό. Αφού το ανοίξετε απλώστε το πάνω στην επιφάνεια της σόμπας, και αφήστε το να ψηθεί ένα-δυο λεπτά από τη μία και άλλα τόσα από την άλλη.
Διπλώστε το και αφήστε το στην άκρη…
Συνεχίστε το ίδιο και με τα άλλα φύλλα…
Αφού τελειώσετε τη διαδικασία του ψησίματος, πάρτε ένα-ένα φύλλο και ραντίστε το με το αλατισμένο νερό. Μετά απλώστε το στο ταψί σουρωτά.
Ραντίστε το φύλλο με βούτυρο και πασπαλίστε το με μπόλικη μυζήθρα ή τριμμένη φέτα.
Επαναλάβετε τη διαδικασία μέχρι το προτελευταίο φύλλο…
Το τελευταίο το απλώνετε ανάλαφρο και σουρωτό. Το ραντίζετε με νερό και βούτυρο…
Το μυστικό αυτής της πίτας, είναι το καλό ψήσιμο.
Πρέπει να ψηθεί αργά για να μην λασπώσουν τα φύλλα, να ροδοκοκκινίσουν και να γίνουν τραγανά και μυρωδάτα…
Αυτή είναι η πιτερόνια, η παραδοσιακή βασιλόπιτα των Βλάχων.
Με αλμυρή ή γλυκιά βασιλόπιτα, εύχομαι αυτή η χρονιά, έστω και αν τη συνοδεύουν ένα σωρό δυσοίωνες προβλέψεις, να είναι η χρονιά σας!
Σας φιλώ αυγή.
Πιτερόνια 2019
Φέτος την έφτιαξα μόνη μου και έγινε υπέροχη! Χρόνια πολλά – Καλή και ευλογημένη χρονιά σε όλους και όλες.-
Αφήστε μια απάντηση