Οι χειμώνες των παιδικών μου χρόνων, στο χωριό, φίλες μου, δεν ήταν σαν τούτους τους ψευτοχειμώνες, που βιώνουμε σήμερα. Ήταν χειμώνες βαριοί.
Το κρύο τσουχτερό και το χιόνι έπεφτε μπόλικο και αργούσε να “σηκωθεί”. Οι ξυλόσομπες χτυπούσαν διπλοβάρδιες. Θυμάμαι είχαμε μια απλή στο καθιστικό και μια μεγάλη μασίνα στο κουζινάκι μας, με φούρνο βαθύ, που μέσα του χωρούσε άνετα ένα ταψί τεράστιο.
Πάνω της σε θέση περίοπτη, μόνιμα γουργούριζε ένα μπαρουτοκαπνισμένο τσαγερό που έστελνε γύρω σύννεφα ατμού και μυρωδιές από τσάι του βουνού.
Εκεί πάνω ψήναμε κάστανα. Εκεί φρυγανίζαμε το μπαγιάτικο ψωμί. Εκεί μαγειρεύονταν το φαγητό στην μεγάλη μπακιρένια κατσαρόλα.
Εκεί σ’ αυτό το ταπεινό ζεστό κουζινάκι γιορτάζαμε κάθε χρόνο οι έξι μας την Πρωτοχρονιά. Η οικογένειά μου, οι γονείς, η γιαγιά Αθηνά και τα τρία παιδιά, κορίτσια, ζωή να ‘χουμε.
Το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι ήταν λιτό και απέριττο. Κύριο φαγητό το βράδυ της Πρωτοχρονάς η Βασιλόπιτα. Γιατί η βασιλόπιτα ήταν φαγητό.
Αλμυρή βασιλόπιτα, ποτέ γλυκιά, με φύλλο τραγανό έπάνω και κάτω και μέσα της οι τύχες της νέας χρονιάς.
Ένα νόμισμα, συνήθως πενηνταράκι ή δραχμή, συμβόλιζε την οικονομική τύχη και ευμάρεια της νέας χρονιάς που ανέτειλε.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, αυτά της αθωότητας, μέχρι και΄σήμερα που μετράω αρκετές δεκαετίες στην πλάτη μου έχω την ευλογία να βιώνω το τελετουργικό κόψιμο της βασιλόπιτας ψημένης πάντα στην ίδια γέρικη μάσίνα, στο ίδιο ταπεινό ζεστό κουζινάκι.
Η μαμά κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς μαζέυει τα κουράγια της και μας την φτιάχνει ανελλιπώς. «Όσο ζω και με κρατάνε τα πόδια μου… μετά…»
Είμαι σίγουρη ότι η καθεμιά έχει φυλαγμένες αναμνήσεις τέτοιου είδους και η καθεμιά έχει τη δική της παρασοδιακή συνταγή, αλμυρή ή γλυκια δεν έχει σημασία.
Εγώ σας δίνω σήμερα τη δική μου συνταγή βασιλόπιτας. Είναι μια βασιλόπιτα γλυκια που την φτιάχνω χρόνια και την κόβουμε το μεσημέρι μετά το πρωτοχρονιάτικο γεύμα.
Είναι αφράτη, ελαφριά, μοσχομυριστή, γιορτινή και προπαντώς εύκολη.
Ξέρω πως τα ράφια των σούπερ μάρκετ προσφέρουν την εύκολη έτοιμη λύση. Όμως οι ευκολίες, όσο και αν ακούγεται παράξενο, δεν δημιουργούν αναμνήσεις.
Και οι αναμνήσεις μας είναι τόσο απαραίτητες, τόσο πολύτιμες όσο ο αέρας που αναπνέουμε…
(Δείτε και τη συνταγή για παραδοσιακή, βλάχικη, αλμυρή Βασιλόπιτα)
Τι θα χρειαστείτε:
- 500 γρ. αλέυρι που φουσκώνει μόνο του
- 1 φλυτζάνι βούτυρο
- 5 αυγά
- 1½ φλυτζάνι ζάχαρη
- ½ φλυτζάνι γάλα (προαιρετικά)
- ½ φλυτζάνι χυμός πορτοκαλιού και το ξύσμα
- 1½ φλυτζάνι καρύδια
- ½ κουτ. γλυκ. κανέλα
- ½ κουτ. γλυκ. γαρύφαλλο
- ½ κουτ. γλυκ. σόδα μαγειρική
- ½ ποτηράκι του λικέρ κονιάκ
- 2-3 βανίλιες
- Μια πρεζούλα αλάτι
Πώς θα τη φτιάξετε:
Χοντροκόψτε τα καρύδια στο μούλτι.
Ανακατέψτε το αλεύρι με την κανέλα, το γαρύφαλλο, το αλάτι και τις βανίλιες. Χωρίστε τα ασπράδια από τους κρόκους.
Χτυπήστε σε καθαρό μπολ τα ασπράδια σε σφιχτή μαρέγκα.
Χτυπήστε το βούτυρο με η ζάχαρη ώσπου να αφρατέψουν.
Ρίξτε έναν-έναν τους κρόκους.
Συνεχίστε ρίχνοντας το κονιάκ.
Διαλύστε τη σόδα μέσα στον χυμό πορτοκαλιού και ρίξτε μέσα στο μίγμα.
Τελικά ρίξτε λίγο λίγο το αλεύρι (ανακατεμμένο με το κανελογαρύφαλλο και τις βανίλιες) και τα καρύδια έχοντας το μίξερ σε χαμηλή ταχύτητα…
Αφού απορροφηθεί το αλεύρι σταματήστε το χτύπημα. Ρίξτε το ξύσμα πορτοκαλιού και ανακατέψτε.
Ρίξτε μεγάλες κουταλιές μαρέγκας μέσα στο μείγμα και με μια σπάτουλα ανακατέψτε απαλά από κάτω προς τα επάνω ώσπου να απορροφηθεί ολή η μαρέγκα και προκύψει ένα αφράτο υλικό.
Ρίξτε το υλικό σε ταψί καλά βουτυρωμένο και ψήστε για 45 με 50 λεπτά στους 170 βαθμούς.
Αφήστε να κρυώσει στο ταψί σκεπασμένη με μια καθαρή πετσετούλα. Ξεφορμάρετε την και διακοσμήστε τη με τον δικό σας τρόπο…
Καλή επιτυχία φίλες μου και καλά μαγειρέματα!
Μέχρι το επόμενομαγειρικό μας ραντεβού να περνάτε καλά και να προσέχετε τους υπέροχους εαυτούς σας. Εύχομαι για τον καινούριο χρόνο, 2018, να είστε πλούσιες στη χαρά και πάμπτωχες στον πόνο. Την πόρτα σας να την χτυπά η ευτυχία μόνο.-
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!
Σας φιλώ, αυγή.
Αφήστε μια απάντηση